Police-Voice blog ➤
Οι αλλαγές στο καθεστώς των συντάξεων λόγω θανάτου έχουν αναγγελθεί και αναµένονται. Εκτός από την κατάργηση των ηλικιακών περιορισµών, αναµένονται αλλαγές στα χορηγούµενα ποσά, εφόσον µε τη ρύθµιση που προωθείται το ποσοστό του δικαιούχου χήρου ή χήρας θα αλλάξει και από 50% θα µετατραπεί σε 70%.
Η ρύθµιση αυτή αναµένεται να αφορά σε όλες τις συντάξεις που εκδόθηκαν από τις 13 Μαΐου 2016 µέχρι σήµερα. Αναµένοντας, όµως, την ψήφιση των αλλαγών στη χορήγηση των συντάξεων λόγω θανάτου, ας δούµε πώς έχει διαµορφωθεί µέχρι σήµερα ο τρόπος υπολογισµού των ποσών που χορηγούνται στους δικαιούχους, χήρες. χήρους και παιδιά των θανόντων ασφαλισµένων, σύµφωνα µε τον Ν. 4387/2016 και τον Ν. 4499/2017, που εισήγαγαν βελτιωτικές ρυθµίσεις και θέσπισαν κατώτατο όριο στα χορηγούµενα ποσά.
Από την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016 (13 Μαΐου 2016), η κύρια σύνταξη λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου αποτελείται από δύο τµήµατα: την εθνική και την ανταποδοτική σύνταξη. Συνεπώς, σε περίπτωση θανάτου ασφαλισµένου, η σύνταξη υπολογίζεται µε βάση τις διατάξεις του Ν. 4387/2016 και στα δικαιοδόχα µέλη µεταβιβάζεται το ποσό της εθνικής και ανταποδοτικής σύνταξης που προκύπτει µε βάση τον χρόνο ασφάλισης του θανόντα.
Τα ποσοστά
Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή που έχει δικαιωθεί ο θανών σύζυγος, επιµεριζόµενο ως εξής:
Ο επιζών σύζυγος λαµβάνει ποσοστό 50%, ενώ το ποσό της σύνταξης του θανόντος επιµερίζεται σε ποσοστό 25% για κάθε παιδί. Το ποσοστό αυτό διπλασιάζεται, αν πρόκειται για παιδί ορφανό και από τους δύο γονείς, δηλαδή διαµορφώνεται σε 50% για κάθε ορφανό τέκνο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς.
Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος συζύγου, του/των διαζευγµένου/-νων συζύγου/-ων και των τέκνων, δεν µπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που ελάµβανε ο θανών. Στην περίπτωση, δε, που το άθροισµα των ποσοστών των δικαιούχων υπερβαίνει το ποσό αυτό, περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων. Για παράδειγµα, εάν υπάρχει επιζών σύζυγος µε τρία τέκνα, ο επιζών σύζυγος δικαιούται το 50% της σύνταξης λόγω θανάτου), ενώ το υπόλοιπο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου επιµερίζεται ισόποσα στα τρία τέκνα (κάθε τέκνο θα λάβει το 16,66% της σύνταξης).
Με τον Ν. 4499/2017 έχει τεθεί κατώτατο όριο στο ύψος των συντάξεων λόγω θανάτου (360 ευρώ ), µε σκοπό να προστατευτούν οι δικαιούχοι (χήρες, τέκνα) και να εξασφαλίσουν το ελάχιστο µιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, καθώς, ως γνωστόν, µε τον υπολογισµό του Ν. 4387/2016 προέκυπταν ποσά στους δικαιούχους ύψους µέχρι και 241 ευρώ.
Συνεπώς, τα παραπάνω δεν ισχύουν σε περίπτωση χορήγησης του κατωτάτου ορίου σύνταξης. Ετσι προβλέπεται ότι, σε περίπτωση λήψης κατωτάτου ορίου σύνταξης λόγω θανάτου από τουλάχιστον ένα εκ των δικαιοδόχων προσώπων, δεν εφαρµόζονται τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης Β της παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν. 4387/2016, σύµφωνα µε τα οποία αφενός το συνολικό ποσό της σύνταξης του επιζώντος συζύγου και των τέκνων δεν µπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος, αφετέρου σε περίπτωση υπέρβασης περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων.
Στην περίπτωση που η σύνταξη λόγω θανάτου καταβάλλεται στον επιζώντα ή τον διαζευγµένο σύζυγο µειωµένη (µειώσεις λόγω διαφοράς ηλικίας συζύγων πέραν των δέκα ετών, ανάληψη εργασίας από επιζώντα σύζυγο κ.λπ.) και υφίστανται δικαιούχα τέκνα, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιµερίζεται στα τέκνα. Εφόσον, ωστόσο, εκλείψουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης στα τέκνα, λόγω συµπλήρωσης των ορίων ηλικίας, το ποσό που περικόπτεται δεν καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή στον διαζευγµένο σύζυγο.
Μετά την 13η Μαΐου 2016
Η καταβολή του δικαιούµενου ποσού για όσους επιζώντες συζύγους δικαιωθούν σύνταξης χηρείας µετά τη 13η Μαΐου 2016 διαµορφώνεται ως εξής:
Στον επιζώντα σύζυγο καταβάλλεται ολόκληρη η σύνταξη για µία τριετία, δηλαδή το 50% της σύνταξης του θανόντα.
Μετά την πάροδο της τριετίας και εάν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαµβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε άλλη πηγή, προβλέπεται µείωση κατά 50% του ποσού της σύνταξης που λαµβάνει ο επιζών σύζυγος (στο 25% της σύνταξης του θανόντα).
Οπως προαναφέρθηκε, το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται από τον επιζώντα σύζυγο µεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα.
Αν ο επιζών σύζυγος κατά τον χρόνο του θανάτου είναι ανάπηρος σωµατικά ή πνευµατικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαµβάνει ολόκληρη τη σύνταξη για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.
Και στην περίπτωση αυτή, όπως και για τη συνταξιοδότηση των ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων, η αναπηρία πρέπει να συντρέχει κατά την ηµεροµηνία του θανάτου του ασφαλισµένου ή συνταξιούχου, και όχι µεταγενέστερα.
Θεσπίστηκε, ωστόσο, κατώτατο όριο σύνταξης για τους δικαιούχους σύνταξης λόγω θανάτου (επιζώντα ή/και διαζευγµένο σύζυγο, δικαιοδόχα τέκνα) σε όλες τις περιπτώσεις θανάτου, εκτός του εργατικού ατυχήµατος, για το οποίο προβλέπεται ότι το ποσό της σύνταξης που προκύπτει από τον νέο υπολογισµό δεν µπορεί να υπολείπεται του ποσού των 768 ευρώ (άρθρο 31 του Ν. 4387/2016).
Συγκεκριµένα, θεσπίστηκε ως κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου το ποσό της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του N. 4387/2016 για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή το ποσό των 384 ευρώ. Σε περίπτωση που ο χρόνος ασφάλισης που είχε ο θανών ασφαλισµένος ή συνταξιούχος ήταν µικρότερος από 20 έτη, το ανωτέρω ποσό µειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος που υπολείπεται των 20 ετών και µέχρι 15 έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης είναι µικρότερος της 15ετίας, χορηγείται το ως άνω ποσό, που αντιστοιχεί σε 15 έτη ασφάλισης.
Τα κατώτατα όρια
Συνεπώς, το κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου διαµορφώνεται ως εξής:
Για ασφάλιση µέχρι και 15 έτη: 360 ευρώ
Για 16 έτη ασφάλισης: 364,8 ευρώ
Για 17 έτη ασφάλισης: 369,6 ευρώ
Για 18 έτη ασφάλισης: 374,4 ευρώ
Για 19 έτη ασφάλισης: 379,2 ευρώ
Για 20 και άνω έτη ασφάλισης: 384 ευρώ
Το ανωτέρω κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου χορηγείται αυτοτελώς στον επιζώντα ή/και διαζευγµένο σύζυγο και στα δικαιοδόχα τέκνα. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος δικαιούται να λάβει το ως άνω καθοριζόµενο κατώτατο όριο σύνταξης. Σε περίπτωση ύπαρξης και διαζευγµένου συζύγου, το κατώτατο όριο επιµερίζεται µεταξύ των δύο δικαιούχων.
Αντίστοιχα, τα δικαιοδόχα τέκνα δικαιούνται αυτοτελώς το ως άνω κατώτατο όριο, το οποίο επιµερίζεται µεταξύ τους. Σε περίπτωση ορφανών και από τους δύο γονείς τέκνων, κάθε ορφανό δικαιούται να λάβει αυτοτελώς το ως άνω καθοριζόµενο κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου.
Παραδείγματα
1) Χωρίς παιδιά
Ανδρας έγγαµος, χωρίς τέκνα, µε 20 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαµονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1η Σεπτεµβρίου 2016 µε ποσό σύνταξης 500 ευρώ (Ε.Σ. 384 ευρώ και Α.Σ. 116 ευρώ και πεθαίνει στις 20 Οκτωβρίου 2019).
Πριν από τον Ν. 4499/2017 και σύµφωνα µε τον νόµο Ν. 4387/2016
Η επιζώσα σύζυγος, ετών 56 κατά τον χρόνο θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος (50% x 500 ευρώ) για τρία έτη (1 Νοεµβρίου 2019 – 31 Οκτωβρίου 2022). Η σύνταξή της αναλύεται σε Ε.Σ. 192 ευρώ, Α.Σ. 58 ευρώ, σύνολο 250 ευρώ.
Μετά τον Ν. 4499/2017
Η επιζώσα σύζυγος θα λάβει κατώτατο όριο σύνταξης 384 ευρώ, καθώς το ποσό που προκύπτει είναι 250 ευρώ, δηλαδή µικρότερο του θεσπιζόµενου κατώτατου ορίου, ήτοι θα λάβει 134 ευρώ παραπάνω.
Πριν από τον Ν. 4499/2017 και σύµφωνα µε τον Ν. 4387/2016
Μετά την τριετία, αν εργάζεται ή λαµβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη θα περιοριστεί κατά 50% (50% x 250 ευρώ), ήτοι 125 ευρώ.
Μετά τον Ν. 4499/2017
Μετά την τριετία, αν εργάζεται ή λαµβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη θα περιοριστεί κατά 50%, δηλαδή θα περικοπεί το κατώτατο όριο κατά 50%, ήτοι θα λάβει (50% x 384) 192 ευρώ.
2) Με ένα ανήλικο
Ανδρας έγγαµος, µε ένα παιδί ανήλικο 14 ετών, µε 17 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαµονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1η Αυγούστου 2017 µε ποσό σύνταξης 561 ευρώ (Ε.Σ. 360,96 και Α.Σ. 200), και πεθαίνει στις 20 Μαΐου 2019.
Πριν από τον Ν. 4499/201 και σύµφωνα µε τον Ν. 4387/2016
Η επιζώσα σύζυγος, που δεν εργάζεται, ούτε συνταξιοδοτείται, ετών 56 κατά τον χρόνο θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος (50% x 561 ευρώ). Θα λάβει, δηλαδή, 280 ευρώ. Το παιδί θα λάβει (25% x 561 ευρώ) 140 ευρώ έως το 18ο έτος της ηλικίας του εάν δεν σπουδάσει ή έως το 24ο έτος εάν σπουδάσει.
Μετά τον Ν. 4499/2017
Η επιζώσα σύζυγος θα λάβει κατώτατο όριο σύνταξης 369,60 ευρώ, καθώς το ποσό που προκύπτει είναι 280 ευρώ δηλαδή µικρότερο του θεσπιζόµενου κατώτατου ορίου. Το παιδί θα λάβει κατώτατο όριο σύνταξης 369.60 ευρώ. Σύνολο σύνταξης χήρας και τέκνου 738 ευρώ. Το ποσό της σύνταξης, παρότι υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος, σύµφωνα µε τη νέα ρύθµιση, δεν θα περιοριστεί.
3) Σύνταξη 646 ευρώ
Ανδρας έγγαµος, µε ένα παιδί 19 ετών, που σπουδάζει, µε 15 έτη ασφάλισης και 40 έτη διαµονής στην Ελλάδα, συνταξιοδοτείται λόγω γήρατος από το ΙΚΑ την 1η Ιουνίου 2016 µε ποσό σύνταξης 646 ευρώ (Ε.Σ. 346 ευρώ και Α.Σ. 300), και πεθαίνει στις 20 Μαΐου 2019.
Πριν από τον Ν. 4499/2017 και σύµφωνα µε τον Ν. 4387/2016
Η επιζώσα σύζυγος, ετών 58 κατά τον χρόνο θανάτου, θα λάβει το 50% της σύνταξης του θανόντος (50% x 646 ευρώ) για τρία έτη, Θα λάβει δηλαδή 323ευρώ. Το παιδί θα λάβει (25% x 646 ευρώ) 161 ευρώ έως το 24ο έτος της ηλικίας του.
Μετά τον Ν. 4499/2017
Η επιζώσα σύζυγος θα λάβει κατώτατο όριο σύνταξης 360 ευρώ, καθώς το ποσό που προκύπτει είναι 323 ευρώ, δηλαδή µικρότερο του θεσπιζόµενου κατώτατου ορίου. Το παιδί θα λάβει κατώτατο όριο σύνταξης 360 ευρώ. Σύνολο σύνταξης χήρας και τέκνου 720 ευρώ. Το συνολικό ποσό της σύνταξης, παρότι υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος, σύµφωνα µε τη νέα ρύθµιση, δεν θα περιοριστεί.
Πηγή: eisodima.gr
Πηγή ➤