Police-Voice blog ➤
Με γλαφυρά χρώματα περιέγραψαν οι υπάλληλοι της Marfin ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου τον τρόμο που έζησαν κατά τη διάρκεια της εμπρηστικής επίθεσης στο υποκατάστημα της Σταδίου κατά τη διάρκεια διαδήλωσης για το πρώτο Μνημόνιο τον Μάιο του 2010.
Οι υπάλληλοι της τράπεζας δεν ξεχνούν τις δραματικές στιγμές που έζησαν αλλά και τους τρεις συναδέλφους τους που δεν κατάφεραν να βγουν ζωντανοί από το φλεγόμενο κτίριο .
«Ζήσαμε την αγωνία του θανάτου πάρα πολλή ώρα. Δεν ξέραμε αν θα ζούμε στα επόμενα πέντε λεπτά. Αναρωτιόμασταν γιατί δεν βλέπουμε την πυροσβεστική. Άκουσα μετά ότι εμποδίστηκε από κάποιους διαδηλωτές» ήταν μια από τις καταθέσεις που συγκίνησαν το ακροατήριο. Ωστόσο, κανείς από τους μάρτυρες που εξετάστηκε σήμερα δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσει στα πρόσωπα των δυο κατηγορουμένων τους δράστες της φονικής επίθεσης στην τράπεζα αλλά και το βιβλιοπωλείο «Ιανός». Μόνο μια μάρτυρας έκανε λόγο για «σωματότυπο που μπορεί να ταιριάζει» με τον κατηγορούμενο Θοδωρή Σίψα ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως πρόκειται για έναν «κοινό σωματότυπο». «Τώρα βλέπω δύο ανθρώπους που κάθονται σε χαλαρή στάση. Εκείνη τη στιγμή από φόβο και τρομοκρατία, είδα γιγαντωμένη μία μορφή απέναντί μου» είπε χαρακτηριστικά η μάρτυρας συμπληρώνοντας «θα μπορούσε να μην μοιάζει. Είναι ένας κοινός σωματότυπος».
Οι υπάλληλοι της τράπεζας δεν ξεχνούν τις δραματικές στιγμές που έζησαν αλλά και τους τρεις συναδέλφους τους που δεν κατάφεραν να βγουν ζωντανοί από το φλεγόμενο κτίριο .
«Ζήσαμε την αγωνία του θανάτου πάρα πολλή ώρα. Δεν ξέραμε αν θα ζούμε στα επόμενα πέντε λεπτά. Αναρωτιόμασταν γιατί δεν βλέπουμε την πυροσβεστική. Άκουσα μετά ότι εμποδίστηκε από κάποιους διαδηλωτές» ήταν μια από τις καταθέσεις που συγκίνησαν το ακροατήριο. Ωστόσο, κανείς από τους μάρτυρες που εξετάστηκε σήμερα δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσει στα πρόσωπα των δυο κατηγορουμένων τους δράστες της φονικής επίθεσης στην τράπεζα αλλά και το βιβλιοπωλείο «Ιανός». Μόνο μια μάρτυρας έκανε λόγο για «σωματότυπο που μπορεί να ταιριάζει» με τον κατηγορούμενο Θοδωρή Σίψα ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως πρόκειται για έναν «κοινό σωματότυπο». «Τώρα βλέπω δύο ανθρώπους που κάθονται σε χαλαρή στάση. Εκείνη τη στιγμή από φόβο και τρομοκρατία, είδα γιγαντωμένη μία μορφή απέναντί μου» είπε χαρακτηριστικά η μάρτυρας συμπληρώνοντας «θα μπορούσε να μην μοιάζει. Είναι ένας κοινός σωματότυπος».
Αίσθηση δε προκάλεσε το γεγονός ότι ένας μάρτυρας ζήτησε να μην επεκταθεί περαιτέρω στα πραγματικά περιστατικά γιατί δεν ένιωθε ασφαλής λέγοντας χαρακτηριστικά : «Δεν θέλω να επεκταθώ παραπάνω. Δεν νιώθω ασφάλεια. Υπήρχε ένας διάλογος τότε με κάποια άτομα. Δεν έχω δει τα πρόσωπα αυτά σήμερα εδώ».
Πάντως, οι δυο κατηγορούμενοι Θοδωρής Σίψας και Παύλος Αντρέεβ αρνήθηκαν την εμπλοκή τους στην υπόθεση καταδικάζοντας ενώπιον του δικαστηρίου τις επιθέσεις
Στη συγκλονιστική του μαρτυρία ο υπάλληλος της τράπεζας Γιώργος Στρατογιαννάκης μίλησε για τις τελευταίες στιγμές που έζησε μέσα στο φλεγόμενο κτίριο αλλά και τους άτυχους συναδέλφους του Αγγελική Παπαθανασοπούλου και Επαμεινώνδα Τσάκαλη.
«Προσπάθησα να κατέβω στο ισόγειο για να σβήσω τη φωτιά. Είδα φλόγες που έγλειφαν το ισόγειο και ανέβηκα πάνω. Στο μπαλκόνι, στο 2ο όροφο ήταν 2 συνάδελφοι, και μου είπαν «αυτοί έρχονται και πετάνε κι άλλο». Έσκυψα και είδα κάποιον στο σημείο που είχε σπάσει η τζαμαρία, που κρατούσε κάνιστρο και κάτι έριχνε, ή έτσι φαινόταν. Το έκανε 2-3 φορές και όταν έφευγε ξαναφούντωνε η φωτιά. Φορούσε μαύρα ρούχα, ήταν νεαρός μετρίου αναστήματος καλοντυμένος, θα μπορούσε να ήταν φοιτητής, 20 -22 χρονών. Μας κοιτούσε και μας έκανε χειρονομία. Στην αρχή κατάλαβα ότι ήταν κάποιος που έδειχνε τη φωτιά. Μετά που το συζήτησα με συναδέλφους τελικά έδειχνε τα γεννητικά του όργανα και έκανε άσεμνη χειρονομία» περιέγραψε ο μάρτυρας συμπληρώνοντας πως δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει το συγκεκριμένο πρόσωπο. Συνεχίζοντας ο μάρτυρας είπε
«Προσπάθησα να κατέβω στο ισόγειο για να σβήσω τη φωτιά. Είδα φλόγες που έγλειφαν το ισόγειο και ανέβηκα πάνω. Στο μπαλκόνι, στο 2ο όροφο ήταν 2 συνάδελφοι, και μου είπαν «αυτοί έρχονται και πετάνε κι άλλο». Έσκυψα και είδα κάποιον στο σημείο που είχε σπάσει η τζαμαρία, που κρατούσε κάνιστρο και κάτι έριχνε, ή έτσι φαινόταν. Το έκανε 2-3 φορές και όταν έφευγε ξαναφούντωνε η φωτιά. Φορούσε μαύρα ρούχα, ήταν νεαρός μετρίου αναστήματος καλοντυμένος, θα μπορούσε να ήταν φοιτητής, 20 -22 χρονών. Μας κοιτούσε και μας έκανε χειρονομία. Στην αρχή κατάλαβα ότι ήταν κάποιος που έδειχνε τη φωτιά. Μετά που το συζήτησα με συναδέλφους τελικά έδειχνε τα γεννητικά του όργανα και έκανε άσεμνη χειρονομία» περιέγραψε ο μάρτυρας συμπληρώνοντας πως δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσει το συγκεκριμένο πρόσωπο. Συνεχίζοντας ο μάρτυρας είπε
«Έμπαινε ο καπνός στο γραφείο του Νόντα. Προσπαθούσε να βρει κάποιον στο τηλέφωνο, μάλλον για να δει τί πρέπει να κάνουμε για να προστατευτούμε. Η Αγγελική ήταν δίπλα του, μάλλον γιατί ήξερε την κατάσταση της και ήθελε να τη βοηθήσει. Λέμε να φύγουμε, να βρούμε τους άλλους. Έβαλα το σακάκι μου στη μύτη και κρατούσα με το άλλο χέρι την κουπαστή. Κατέβηκα στον άλλο όροφο. Αυτή ήταν η τελευταία επαφή που είχα μαζί τους. Το Νόντα τον βρήκαν στα σκαλιά δεν του έφτασε η ανάσα του και έπαθε ασφυξία…Η Αγγελική δεν είχε κουνηθεί καθόλου από το γραφείο. Μέρες μετά είδα το αποτύπωμα του σώματός της, τα χέρια της στο πάτωμα. Εκείνη την ημέρα, 21 άτομα βγήκαμε ζωντανοί. Τρεις άλλοι, όχι».
Ο υπάλληλος Ευάγγελος Λαγουδάτος κατέθεσε : «Ήμουν στο δεύτερο όροφο και άκουσα το μπαμ στο κατάστημα. Ακούστηκε θόρυβος, βγήκα το μπαλκόνι και φώναξα σε αυτούς που βρίσκονταν στην είσοδο και έκαναν επίθεση, γιατί υπήρχε κόσμος. Θυμάμαι ότι είχα πάρει μία κούτα για χαρτιά Α4 και τους έλεγα «φύγετε, αλλιώς θα την πετάξω». Ήρθε τότε ένα συνάδελφος και μου είπε «άστο θα τους σκοτώσεις» περιγράφοντας τις δραματικές στιγμές που έζησε.
Εισαγγελέας: Αλλά κι αυτοί ήθελαν να σκοτώσουν εσάς…
Μάρτυρας: δεν μπορούσα να το φανταστώ αυτό…
Εισαγγελέας: Αλλά κι αυτοί ήθελαν να σκοτώσουν εσάς…
Μάρτυρας: δεν μπορούσα να το φανταστώ αυτό…
Στη συνέχεια ο μάρτυρας κατέθεσε πως άκουσε τον συναγερμό πυρασφάλειας. «Είδα κάποιον κάτω από το μπαλκόνι όπου βρισκόμουν, να βαράει, ή να κάνει μία αντίστοιχη κίνηση. Ήταν μαυροντυμένοι με κάτι άσπρο στα χέρια τους. Δεν μπορούσα να δω πόσοι ήταν. Ήταν όχλος. Αυτοί που τα έσπαγαν και η πορεία». Όπως είπε ο μάρτυρας ο ίδιος σώθηκε γιατί κατάφερε να σκαρφαλώσει από το μπαλκόνι της τράπεζας σε αυτό παρακείμενου κτιρίου. Στη συνέχεια, έσπασε την πόρτα και κατέβηκε στο δρόμο.
Σε ένα σημείο συγκλίνουν οι περισσότερες μαρτυρίες υπαλλήλων της τράπεζας και αυτοπτών μαρτύρων : Υπήρχαν άνθρωποι που την ώρα που προσπαθούσαν να κρατηθούν στη ζωή τους φώναζαν «να καείτε».
Η υποδιευθύντρια του υποκαταστήματος Αναστασία Κούκου υποστήριξε πως η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα. «Έπιασε φωτιά μπροστά στη τζαμαρία στο γραφείο της διευθυντρίας. Εξαπλώθηκε όπως κατάλαβα, από το εύφλεκτο υλικό και από τον τρόπο που ήταν φτιαγμένο στο κατάστημα. Δημιουργήθηκε το φαινόμενο της καμινάδας μας είπαν και άρπαξε αμέσως» είπε φανερά συγκινημένη και πρόσθεσε
Η υποδιευθύντρια του υποκαταστήματος Αναστασία Κούκου υποστήριξε πως η φωτιά εξαπλώθηκε γρήγορα. «Έπιασε φωτιά μπροστά στη τζαμαρία στο γραφείο της διευθυντρίας. Εξαπλώθηκε όπως κατάλαβα, από το εύφλεκτο υλικό και από τον τρόπο που ήταν φτιαγμένο στο κατάστημα. Δημιουργήθηκε το φαινόμενο της καμινάδας μας είπαν και άρπαξε αμέσως» είπε φανερά συγκινημένη και πρόσθεσε
«Ήμασταν στο μπαλκόνι. Υπήρχε καπνός από μέσα από το κατάστημα και από την είσοδο. Προσπαθούσα να προστατευθώ για να αναπνεύσω. Δεν έβλεπα τίποτα. Ένας συνάδελφος είχε περάσει τα κάγκελα στο μπαλκόνι σε ένα διακοσμητικό πεζουλάκι για να αναπνεύσει και κρατιόμασταν χέρι χέρι για να μην πέσει. Δεν μπορούσα να μιλήσω, ήμουν μέσα στον καπνό. Δεν μπορούσα ούτε να ζητήσω βοήθεια».
Η υπάλληλος Αναστασία Χρηστάκη αναφερόμενη τους δράστες της επίθεσης τους περιέγραψε ως «μικρόσωμα, αδύνατα παιδιά. Δεν ήταν άνδρες. Είχαν ευλυγισία και έκαναν γρήγορα τις κινήσεις τους. Είχαν καλυμμένα χαρακτηριστικά, με υφάσματα και μάσκες». Η ίδια τόνισε ότι από το μπαλκόνι όπου βρισκόταν, έβλεπε κόσμο να περνάει καθώς και μία κοπέλα: «Άκουσα τη φωνή της να λέει «να καείτε». Κάποιοι άλλοι μου πέταξαν ένα μπουκάλι νερό και το έριξα στο πρόσωπο».
Συγκίνηση προκάλεσαν στο ακροατήριο οι γονείς της άτυχης εγκύου, Αγγελικής Παπαθανασοπούλου οι οποίοι κατέθεσαν ως πολιτικοί ενάγοντες για ψυχική οδύνη χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να πουν λέξη στο δικαστήριο.
Παράσταση πολιτική αγωγής δήλωσαν και οι συγγενείς των άλλων δυο υπαλλήλων της τράπεζας που βρήκαν τραγικό θάνατο Επαμεινώνδα Τσάκαλη και Παρασκευή Ζούλια.
Παράσταση πολιτική αγωγής δήλωσαν και οι συγγενείς των άλλων δυο υπαλλήλων της τράπεζας που βρήκαν τραγικό θάνατο Επαμεινώνδα Τσάκαλη και Παρασκευή Ζούλια.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 14 Οκτωβρίου.
Πηγή ➤
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου